- μυθῳδός
- μῡθ-ῳδός, ὁ,A singer of mythic tales, cj. for μυδώδας (acc. pl.) in Cat.Cod.Astr.8(4).211.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
μυθωδός — μυθῳδός, ὁ (Α) αυτός που τραγουδά μύθους, παραμύθια. [ΕΤΥΜΟΛ. < μῦθος + ῳδός (< ᾠδή), πρβλ. τραγ ωδός] … Dictionary of Greek
μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… … Dictionary of Greek